- ἡμίβραχυς
- ἡμί-βρᾰχυς, εια, υ, in prosody,A half of a short, ἡμιβράχεια (sc. προσῳδία) Sch.D.T.p.207 H.: pl., ἡμιβράχεα, τά, ib.p.208 H.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ημίβραχυς — υ (Α ἡμίβραχυς, εία, υ) 1. (στην προσωδία) βραχύς κατά το ήμισυ 2. το ουδ. ως ουσ. το ημίβραχυ το τρίτο κατά σειρά σημείο διάρκειας τής αναλογικής σημειογραφίας που αντιστοιχεί σε δύο βραχέα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + βραχύς] … Dictionary of Greek
βραχύς — εία, ύ (AM βραχύς, εῑα, ύ) 1. αυτός που έχει μικρό μήκος ή ύψος, κοντός 2. (για χρόνο) σύντομος 3. «βραχεία συλλαβή» ή «βραχύ φωνήεν» συλλαβή ή φωνήεν των οποίων η προφορά διαρκεί συντομότερο χρόνο από άλλες συλλαβές ή φωνήεντα αρχ. 1. (για… … Dictionary of Greek
ημι- — (AM ἡμι ) αχώριστο πρόθημα ως α συνθετικό λέξεων τής αρχ., μσν. και νεοελλ. γλώσσας που έχουν την έννοια ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι: α) το μισό, ως προς το ποσό (πρβλ. ημισέληνος, ημισφαίριο) β) κάτι το ελλιπές, μη τελειωμένο,… … Dictionary of Greek